Μερμελέχας: Ο Πειρατής της Μυκόνου ήταν ένας “Ρομπέν των Θαλασσών”
Μερμελέχας: Ο Πειρατής της Μυκόνου ήταν ένας “Ρομπέν των Θαλασσών”. Στη Χώρα της Μυκόνου, πίσω ακριβώς από τη φημισμένη εκκλησία Παραπορτιανή, βρίσκονται δύο κάτασπρα μικρά εκκλησάκια. Στο βορινό από αυτά, στην Αγιά Σωτήρα, που είναι χτισμένο πάνω στην κορυφή του απόκρημνου βράχου, βρίσκεται θαμμένος ο τελευταίος Έλληνας πειρατής Μανόλης Μερμελέχας.
Όταν ο περιβόητος πειρατής Μπαρμπαρόσα κατέλαβε τη Μύκονο το 1537, πήρε όλους τους κατοίκους και τους πούλησε σαν σκλάβους, εκτός από ελάχιστους που μπόρεσαν και κατέφυγαν στη βενετοκρατούμενη Τήνο. Στη συνέχεια το άδειο πλέον, από κατοίκους, νησί γίνεται άντρο των πειρατών, και η πειρατεία εξασκείται συστηματικά για τρεις αιώνες, από ντόπιους και ξένους πειρατές.
Ένας από αυτούς ήταν και ο φοβερός Marmeleq, που εμφανίζεται το 1732. Απόγονός του ήταν ο Μανόλης Μερμελέχας, ο οποίος σημειωτέο είχε δράσει εναντίον των Τούρκων κατά τη διάρκεια της Επανάστασης. Οι Μυκονιάτες τον σέβονταν και τον αγαπούσαν αφού για αυτούς ήταν ένας “Ρομπέν των θαλασσών”, μιας και από τα λάφυρα των πειρατειών του, βοηθούσε οικονομικά τις χήρες και τα ορφανά του νησιού.
Οι απειλές του Καπουδάν Πασά
Όταν ο Τούρκος Kαπουδάν Πασάς απείλησε τους κατοίκους πως θα τους αφανίσει αν δεν του έδιναν πληροφορίες για το που βρίσκεται ο Μερμελέχας, εκείνοι δεν τον πρόδωσαν. Ο Μερμελέχας τελικά παραδόθηκε μόνος του από φόβο μη πραγματοποιήσει ο Τούρκος την απειλή του. Ο Καπουδάν Πασάς δεν τον σκότωσε. Εκτίμησε το θάρρος και την στάση του πειρατή και τον άφησε ελεύθερο. Ο Μερμελέχας επέστρεψε στην Μύκονο αλλά δεν ασχολήθηκε ξανά με την πειρατεία.
Δούλεψε ως φούρναρης στο νησί και στο Λαογραφικό Μουσείο υπάρχει και μία βάση από ένα πηγάδι που εικάζεται πως είναι από τον φούρνο του Μερμελέχα.
Τη περίοδο εκείνη οι επιδημίες θέριζαν τους κατοίκους. Ο Μερμελέχας παθαίνει πανώλη αλλά βγαίνει αλώβητος από την τρομερή αρρώστια και πλέον αλλάζει επάγγελμα και γίνεται νεκροθάφτης, μια που η ανοσία που απέκτησε απέναντι στη πανούκλα τον κάνει ατρόμητο. Ο Μερμελέχας παρέμεινε στη Μύκονο μέχρι και το θάνατό του, τελικά από χολέρα το 1854.